Ο κερατοειδής είναι το πρόσθιο διαφανές τμήμα του ινώδους περιβλήματος του ματιού με αποστολή αφενός την προστασία του εσωτερικού περιεχομένου του βολβού και αφετέρου τη διάθλαση του φωτός. Αυτή η τελευταία λειτουργία είναι πολύ σημαντική για την όραση καθώς ο κερατοειδής λόγω της καμπυλότητάς του και της διαφοράς του δείκτη διάθλασης σε σχέση με τον αέρα αποτελεί το πιο ισχυρό διαθλαστικό μέσο του ματιού με δεύτερο πιο σημαντικό τον κρυσταλλοειδή φακό.

Στα φυσιολογικά-εμμετρωπικά μάτια ο κερατοειδής έχει ένα κατά προσέγγιση σφαιρικό σχήμα. Αντίθετα στα μάτια με αστιγματισμό ο κερατοειδής έχει σχήμα ελλειπτικό, με έναv κυρτότερο και διαθλαστικά πιο ισχυρό μεσημβρινό και έναv πλατύτερο και διαθλαστικά ασθενέστερο μεσημβρινό. Το αποτέλεσμα είναι οι ακτίνες φωτός από ένα αντικείμενο, μακρινό ή κοντινό, να σχηματίζουν εστίες σε διαφορετικά επίπεδα σε σχέση με τον αμφιβληστροειδή και άρα θολά είδωλα. Συγκεκριμένα οι ακτίνες που διέρχονται από τον κυρτότερο μεσημβρινό θα σχηματίσουν μια πρόσθια εστιακή γραμμή ενώ αυτές του πλατύτερου μεσημβρινού μια οπίσθια εστιακή γραμμή. Όσο μεγαλύτερος ο αστιγματισμός τόσο πιο πολύ απέχουν οι εστιακές γραμμές και τόσο πιο θολή η όραση και κοντά και μακριά.

Υπάρχουν διάφορες μορφές αστιγματισμού ανάλογα με τη θέση των εστιακών γραμμών σε σχέση με τον αμφιβληστροειδή :


    • απλός μυωπικός αστιγματισμός, όταν η μια εστιακή γραμμή βρίσκεται μπροστά από τον αμφιβληστροειδή και η άλλη ακριβώς πάνω σε αυτόν
    • απλός υπερμετρωπικός αστιγματισμός, όταν η μία εστιακή γραμμή βρίσκεται πίσω από τον αμφιβληστροειδή και η άλλη πάνω σε αυτόν
    • σύνθετος μυωπικός αστιγματισμός, όταν και οι δύο εστιακές γραμμές βρίσκονται μπροστά από τον αμφιβληστροειδή σε διαφορετικές αποστάσεις
    • σύνθετος υπερμετρωπικός αστιγματισμός, όταν και οι δύο εστιακές γραμμές βρίσκονται πίσω από τον αμφιβληστροειδή σε διαφορετικές αποστάσεις
    • μικτός αστιγματισμός, όταν η μία εστιακή γραμμή βρίσκεται μπροστά και άλλη πίσω από τον αμφιβληστροειδή

Εφόσον ο κυρτότερος και ο πλατύτερος μεσημβρινός είναι μεταξύ τους κάθετοι δηλαδή σχηματίζουν γωνία 90 μοιρών με ομαλή μετάβαση της διαθλαστικής δύναμης, τότε ο αστιγματισμός καλείται ομαλός. Ο ομαλός αστιγματισμός μπορεί να είναι :

  • σύμφωνος με τον κανόνα, όταν ο κυρτότερος μεσημβρινός είναι κάθετος ή περίπου κάθετος
  • παρά τον κανόνα όταν ο κυρτότερος μεσημβρινός είναι οριζόντιος ή περίπου οριζόντιος
  • λοξός όταν οι δύο μεσημβρινοί είναι κοντά στις 45 και 135 μοίρες.

Όταν δεν υπάρχει ομαλότητα και αρμονικότητα στην μετάπτωση της διαθλαστικής δύναμης από τον κυρτότερο προς τον πλατύτερο μεσημβρινό τότε μιλάμε για ανώμαλο αστιγματισμό ο οποίος χαρακτηρίζεται από ασυμμετρία στην τοπογραφία του κερατοειδούς. Ο ανώμαλος αστιγματισμός μπορεί να είναι επίκτητος οφειλόμενος σε βλάβες της επιφάνειας του κερατοειδή όπως ουλές από τραύματα, έλκη κλπ ή να οφείλεται σε ανώμαλη διαμόρφωση της κατασκευής του κερατοειδούς όπως στον κερατόκωνο.

Η διόρθωση του ομαλού αστιγματισμού μπορεί να γίνει με γυαλιά που φέρουν κυλινδρικούς ή σφαιροκυλινδρικούς φακούς είτε με μαλακούς τορικούς φακούς επαφής.

Η διόρθωση του ανώμαλου αστιγματισμού που οφείλεται στον κερατόκωνο μπορεί στα αρχικά στάδια να επιτυγχάνεται με γυαλιά ή με μαλακούς φακούς επαφής, όμως σε προχωρημένα στάδια της νόσου απαιτείται η χρήση ειδικών για τον κερατόκωνο φακών επαφής :

– ημίσκληροι φακοί

– υβριδικοί (μαλακοί στην περιφέρεια και σκληροί στην κεντρική περιοχή)

– μαλακοί με ενισχυμένο πάχος οπτικής ζώνης

– μαλακοί με τεχνολογία wavefront.


Η μόνιμη χειρουργική αποκατάσταση του αστιγματισμού γίνεται με τη χρήση του excimer laser μετά από αυστηρό έλεγχο και αποκλεισμό κλινικού ή υποκλινικού κερατοκώνου. Για μικρές τιμές αστιγματισμού μπορούν να εφαρμοστούν τόσο η μέθοδος LASIK όσο και η PRK, όμως για μεγαλύτερες τιμές είναι σαφής η υπεροχή της LASIK. Στις δύσκολες περιπτώσεις υψηλού ή ανώμαλου αστιγματισμού έρχεται να βοηθήσει η τεχνολογία topo-guided και η wavefront analysis.
Στους ασθενείς που υποβάλλονται σε επέμβαση καταρράκτη εφόσον συνυπάρχει αστιγματισμός είναι δυνατή η εξουδετέρωσή του με τη χρησιμοποίηση τορικού ενδοφακού (toric IOL). Ακόμη κατά τη διόρθωση μεγάλων αμετρωπιών με τοποθέτηση προσθετικού φακού μπορούμε να εξουδετερώσουμε τον συνυπάρχοντα αστιγματισμό με τοποθέτηση φακού toric ICL.

Τα τελευταία χρόνια εφαρμόζεται μια νέα μέθοδος αντιμετώπισης του κερατοκώνου, που σκοπό έχει να αυξήσει τη μηχανική σταθερότητα του κερατοειδούς με τη βοήθεια συσκευής υπεριώδους ακτινοβολίας. Η ουσία ριβοφλαβίνη (βιταμίνη Β1) ενσταλάζεται στον κερατοειδή αφού αφαιρεθεί το επιθήλιο και στη συνέχεια διεγείρεται από την υπεριώδη ακτινοβολία, με αποτέλεσμα την παραγωγή ελευθέρων ριζών οι οποίες οδηγούν τα μόρια του κολλαγόνου σε μεταξύ τους διασυνδέσεις. Η μέθοδος ονομάζεται διασύνδεση κολλαγόνου (CORNEAL CROSS-LINKING). Η επιλογή των περιστατικών που θα ωφεληθούν από τη μέθοδο γίνεται αφού συνεκτιμηθούν τα κλινικά ευρήματα, τα τοπογραφικά-παχυμετρικά δεδομένα και η ηλικία.

 

Το CROSS-LINKING αποτελεί μια ελάχιστα επεμβατική διαδικασία με την οποία επιτυγχάνεται αναστολή της εξέλιξης του κερατοκώνου και σε πολλές περιπτώσεις βελτίωση και φιλοδοξεί να μειώσει σημαντικά τον αριθμό των ασθενών που έχουν ανάγκη μεταμόσχευσης.