Η ηλικιακή εκφύλιση της ωχράς κηλίδας είναι η κύρια αιτία σοβαρής και μόνιμης απώλειας της κεντρικής όρασης στον δυτικό κόσμο στις ηλικίες άνω των 50 ετών. Η συχνότητα της νόσου αυξάνεται με την ηλικία ενώ φαίνεται πως υπάρχει μεγαλύτερη επίπτωση στις γυναίκες. Άλλοι προδιαθεσικοί παράγοντες είναι η κληρονομικότητα, η λευκή φυλή, το κάπνισμα, η διατροφή, η έκθεση στο φώς.


Ωχρά κηλίδα, αμφιβληστροειδής, χοριοειδής. Ο αμφιβληστροειδής είναι ο εσωτερικός αισθητηριακός χιτώνας του ματιού. Αποτελεί ένα ιδιαίτερα πολύπλοκο όργανο με εξειδικευμένα κύτταρα που προσλαμβάνει, επεξεργάζεται και μεταβιβάζει οπτικές πληροφορίες στον εγκέφαλο. Αποτελείται από δύο στενά συνδεδεμένα πέταλα : το μελάγχρουν επιθήλιο εξωτερικά και τον ιδίως αμφιβληστροειδή εσωτερικά. Η ωχρά κηλίδα είναι η κεντρική περιοχή του αμφιβληστροειδή υπεύθυνη για την ευκρινή όραση λόγω της μεγάλης αναλογίας φωτοϋποδοχέων/γαγγλιακών κυττάρων. Η ονομασία ωχρά κηλίδα οφείλεται στη παρουσία χρωστικής ξανθοφύλλη που της προσδίδει κιτρινωπή χροιά. Αμέσως εξωτερικά του αμφιβληστροειδή βρίσκεται ο χοριοειδής χιτώνας πλούσιος σε τροφοφόρα αγγεία που συνδέεται με τον αφφιβληστροειδή μέσω της μεμβράνης του Bruch. Οι διαταραχές στην εκφύλιση της ωχράς αφορούν τόσο τον αμφιβληστροειδή όσο και τον χοριοειδή χιτώνα με μόνιμες βλάβες στην αρχιτεκτονική τους που οδηγούν σε απώλεια της κεντρικής όρασης. Υπάρχουν δύο μορφές εκφύλισης της ωχράς, η ξηρή και η υγρή μορφή.


Ξηρή μορφή εκφύλισης της ωχράς (85-90% των περιπτώσεων).   Στη μορφή αυτή της νόσου κυριαρχούν τα drusen, δηλαδή παθολογικές παχύνσεις της μεμβράνης του Bruch, η ατροφία του μελάγχρου επιθηλίου και των φωτοϋποδοχέων και η ατροφία των μικρών αγγείων του χοριοειδούς. Τα συμπτώματα είναι η βαθμιαία ελάττωση της όρασης, περιοχικές διαταραχές του κεντρικού οπτικού πεδίου, διαταραχή στην αντίληψη των χρωμάτων. Γενικά η μορφή αυτή εξελίσσεται αργά και για ικανό χρονικό διάστημα μπορεί να είναι ασυμπτωματική.


Υγρή μορφή εκφύλισης της ωχράς (10-15% των περιπτώσεων)Χαρακτηρίζεται από ανάπτυξη νεοαγγείων, δηλαδή παθολογικών νεόπλαστων αγγείων που προέρχονται από το χοριοειδή έχουν την τάση να εισδύουν μέσα από ρήγματα της μεμβράνης του Bruch, στο χώρο υπό τον αμφιβληστροειδή, όπου παρασύρουν ινώδη ιστό και σχηματίζουν νεοαγγειακές μεμβράνες. Οι μεμβράνες αυτές ευθύνονται για την εξίδρωση υγρού, τις αιμορραγίες, την τοπική αποκόλληση και τελικά την ουλοποίηση και καταστροφή της αρχιτεκτονικής του αμφιβληστροειδούς. Τα συμπτώματα  εδώ είναι οξέα :  ταχεία ελάττωση της όρασης, παραμορφωτική όραση , τυφλή κηλίδα στο κεντρικό οπτικό πεδίο, αχρωματοψία. Η εξέλιξη της υγρής μορφής είναι ταχύτερη και βαρύτερη από την ξηρή μορφή της νόσου.

Διάγνωση. Έλεγχος της οπτικής οξύτητας, καταγραφή αλλοιώσεων του κεντρικού οπτικού πεδίου με το πίνακα του Amsler, βυθοσκόπηση, οπτική τομογραφία (OCT), φλουοροαγγειογραφία και αγγειογραφία με ινδοκυανίνη. Είναι σημαντική η έγκαιρη διάγνωση της υγρής μορφής η οποία απαιτεί άμεση αντιμετώπιση.

Θεραπεία.   Για την ξηρή μορφή της νόσου δεν υπάρχει θεραπεία. Κάποια ειδικά συμπληρώματα διατροφής με βιταμίνες και ιχνοστοιχεία (λουτεϊνη, ψευδάργυρο) μπορεί να επιβραδύνουν την εξέλιξη της νόσου.


Για την υγρή μορφή της νόσου εφαρμόζονται οι εξής θεραπείες :

  • Ενδοϋαλοειδικές ενέσεις αντι-αγγειογενετικού παράγοντα (LUCENTIS). Είναι η πιο σύγχρονη και πιο καταξιωμένη μορφή θεραπείας. Η ουσία που εγχέεται στο βολβό έχει την ιδιότητα να προλαμβάνει την ανάπτυξη, διαρροή και αιμορραγία των νεοαγγείων. Η ένεση επαναλαμβάνεται κάθε μήνα και η παρακολούθηση της προόδου γίνεται με OCT με τελικό στόχο την αδρανοποίηση της νόσου.
  • Φωτοδυναμική θεραπεία. Γίνεται ενδοφλέβια έγχυση του φωτοευαίσθητου φαρμάκου VISUDYNE το οποίο έχει την ικανότητα να συγκεντρώνεται επιλεκτικά στα νεοαγγεία και αφού ενεργοποιηθεί από το φώς ειδικού laser, προκαλεί απόφραξη των αγγείων αυτών αναστέλλοντας την εξέλιξη της νόσου.
  • Θεραπεία με θερμικό laser. Εφαρμόζεται σε πολύ περιορισμένο αριθμό ασθενών και μόνο για βλάβες παρακείμενες στην ωχρά.
  • Χειρουργική τεχνική μετατόπισης της ωχράς. Αφορά σε περιορισμένο αριθμό ασθενών με προχωρημένη νόσο και εκτελείται από εξειδικευμένο χειρουργό οπισθίου ημιμορίου.

Πρόληψη. Αποφυγή παραγόντων κινδύνου ειδικά εάν υπάρχει οικογενειακό ιστορικό

– Τακτικός οφθαλμολογικός έλεγχος μετά τα 50 έτη. Απευθυνόμαστε σε οφθαλμίατρο για κάθε μεταβολή ή παραμόρφωση της κεντρικής όρασης.

– Διακοπή καπνίσματος

– Καλή διατροφή και σε μερικές περιπτώσεις χρήση ειδικών συμπληρωμάτων διατροφής.

– Χρήση γυαλιών ηλίου με φίλτρο UV

– Ρύθμιση υπέρτασης και τακτικός καρδιολογικός έλεγχος.