Το ανθρώπινο μάτι είναι εφοδιασμένο με ένα μηχανισμό προσαρμογής χάρη στον οποίο είναι σε θέση να εστιάζει σε αντικείμενα που βρίσκονται σε κοντινή απόσταση. Αυτό επιτυγχάνεται με την κύρτωση του κρυσταλλοειδούς φακού που αυξάνει τη διαθλαστική του δύναμη κατά περίπου 4,50 διοπτρίες αναγκάζοντας τις αποκλίνουσες ακτίνες από το κοντινό αντικείμενο να εστιαστούν πάνω στον αμφιβληστροειδή. Χωρίς αυτή τη πρόσθετη αύξηση της διοπτρικής δύναμης οι αποκλίνουσες ακτίνες φωτός από τα κοντινά αντικείμενα θα συγκεντρώνονταν πίσω από τον αμφιβληστροειδή σχηματίζοντας θολά είδωλα.

Ο κρυσταλλοειδής φακός αποτελεί ένα διαφανές, ελαστικό, σφαιρικό εξάρτημα, αποτελούμενο κατά 66% από νερό και 33% από πρωτεΐνες, που εδράζεται ακριβώς πίσω από την ίριδα και περιβάλλεται από ένα κυκλικό μυ, τον ακτινωτό μυ, από τον οποίο και αναρτάται μέσω μιας ζώνης λεπτών ινών. Όταν λοιπόν θέλουμε να εστιάσουμε κοντά πχ σε ένα βιβλίο, συσπάται και στενεύει αυτόματα ο κυκλικός μυς γύρω από τον φακό με αποτέλεσμα να χαλαρώνει η ζώνη που συγκρατεί τον φακό ο οποίος λόγω της ελαστικότητας του γίνεται πιο σφαιρικός και άρα πιο ισχυρός παρέχοντας στο μάτι την επιπλέον διαθλαστική δύναμη που χρειάζεται για την κοντινή όραση.


Η πρεσβυωπία είναι η προοδευτική δυσκολία στην κοντινή όραση συνήθως μετά το 40ο έτος. Οφείλεται στη μείωση της ελαστικότητας του κρυσταλλοειδούς φακού και επακόλουθη ανεπάρκεια του μηχανισμού προσαρμογής  που περιγράψαμε πιο πάνω.

Η πρεσβυωπία αυξάνει σταδιακά μέχρι την ηλικία των 55-60 ετών. Για τους μεν εμμέτρωπες, δηλαδή αυτούς που βλέπουν καλά μακριά χωρίς γυαλιά, φτάνει τελικά  στις 2,50-3,00 D για κοντινή όραση στα 35-40 cm. Για τους έχοντες υπερμετρωπία, οι πρεσβυωπικές τιμές φτάνουν σε υψηλότερα επίπεδα ανάλογα με το μέγεθος της υπερμετρωπίας. Επίσης η εμφάνιση συμπτωμάτων πρεσβυωπίας συμβαίνει νωρίτερα στους υπερμέτρωπες.  Αντίθετα στους μύωπες τα συμπτώματα εμφανίζονται πολύ αργότερα, πολλοί δε μύωπες με μυωπία  >2,00 D δεν θα χρειαστούν πρακτικά ποτέ πρεσβυωπικά γυαλιά. Ο λόγος που συμβαίνει αυτό είναι ότι ο μύωπας έχει περίσσεια διαθλαστικής δύναμης όταν βγάζει τα γυαλιά του,  που εξασφαλίζει καλή κοντινή όραση χωρίς να είναι απαραίτητος ο μηχανισμός προσαρμογής.


Η διόρθωση της πρεσβυωπίας επιτυγχάνεται με θετικούς φακούς (πρόσθετα σφαιρώματα) που χορηγούνται ως απλά πρεσβυωπικά γυαλιά ή ως διπλοεστιακά ή πολυεστιακά γυαλιά. Επίσης μπορούν να χρησιμοποιηθούν πολυεστιακοί φακοί επαφής.
Η μόνιμη χειρουργική αποκατάσταση της πρεσβυωπίας είναι πλέον εφικτή καθώς τα τελευταία χρόνια έχει γίνει πεδίο εντατικής έρευνας:

– Αντικατάσταση του κρυσταλλοειδούς φακού με τεχνητό πολυεστιακό ή προσαρμοστικό ενδοφακό. Με την επέμβαση αυτή δίνεται λύση στο πρόβλημα του καταρράκτη και ταυτόχρονα επιτυγχάνεται ικανοποιητική κοντινή όραση και απαλλαγή από τα πρεσβυωπικά γυαλιά. Ειδικότερα η νέα γενιά προσαρμοστικών ενδοφακών με τη δυνατότητα μετακίνησης του φακού στην κοντινή εστίαση αποτελεί προσομοίωση του φυσιολογικού μηχανισμού της προσαρμογής με άριστα αποτελέσματα στη μακρινή και στη κοντινή όραση.

– Πολυεστιακό laser – PresbyLasik. Αντιμετώπιση της πρεσβυωπίας μαζί με άλλα διαθλαστικά προβλήματα όπως μυωπία, υπερμετρωπία, αστιγματισμός. Επιτυγχάνεται διόρθωση της όρασης σε μακρινές, ενδιάμεσες και κοντινές αποστάσεις.

–  Ενδοκερατικά ενθέματα. Ένθεση λεπτού φακού μέσα στον κερατοειδή με τη χρήση femtosecond laser.

–  Κερατοπλαστική με ραδιοσυχνότητες (CK).

– Monovision με laser ή ενδοφακούς. Επιλέγεται ο επικρατέστερος οφθαλμός για διόρθωση στη μακρινή απόσταση και ο άλλος  οφθαλμός για την κοντινή απόσταση.

Η επιλογή της κατάλληλης μεθόδου για κάθε περίπτωση εξατομικεύεται ανάλογα με την ηλικία, τις πραγματικές ανάγκες και τις υπάρχουσες διαθλαστικές ανωμαλίες. Ο κανόνας είναι στα μεγαλύτερης ηλικίας άτομα να επιλέγεται η ένθεση πολυεστιακών ή προσαρμοστικών φακών ενώ στου νεότερους να εφαρμόζεται πολυεστιακό laser. Η σωστή εφαρμογή του monovision δίνει επίσης πολύ καλά αποτελέσματα τόσο με χρήση φακών όσο και με excimer laser.